Η πανδημία καλά κρατεί, αν και βρίσκεται σε ύφεση. Οι ρυθμοί εμβολιασμού είναι κάτω του αναμενομένου, το τείχος ανοσίας αργεί, οι ανθρώπινες απώλειες είναι σε καθημερινή βάση.
Ο κάθε καλόπιστος πολίτης, άσχετα από την πολιτική του τοποθέτηση, θα θεωρούσε ως πρώτο κυβερνητικό στόχο την αντιμετώπιση της πανδημίας. Πλην όμως η κυβέρνηση των α(χ)ρίστων άλλες προτεραιότητες έχει. Εκμεταλλευόμενη την αμηχανία και τον φόβο της κοινωνίας θεσπίζει νόμους, ακυρώνει κατακτήσεις, σπέρνει αυταρχισμό. Προσπαθεί να προλάβει την αντίδραση της κοινωνικής πλειοψηφίας, η οποία βιώνει πρωτοφανείς συνθήκες πίεσης.
Μόλις το τελευταίο διάστημα η κυβέρνηση ψήφισε την τροποποίηση του οικογενειακού δικαίου, στο τμήμα σχέσεων γονέων και τέκνων, η οποία χαρακτηρίσθηκε ως «συνεπιμέλεια», την αλλαγή στον εκλογικό νόμο της Τ.Α. και στη συνέχεια ψήφισε το νόμο για τα εργασιακά. Όλες αυτές οι νομοθετικές επιλογές, που εκτείνονται στον ιδιωτικό, δημόσιο και εργασιακό βίο των πολιτών αντίστοιχα, αν και ρυθμίζουν εντελώς διαφορετικά πεδία, έχουν έναν κοινό παρονομαστή. Σημαίνουν επιστροφή στο παρελθόν. Στις κυρίαρχες συντηρητικές αντιλήψεις, στις δοκιμασμένες και αποτυχημένες μεθόδους, που οδήγησαν την χώρα στην χρεοκοπία και την κοινωνία σε απόγνωση.
Κατ’ αρχάς η τροποποίηση του οικογενειακού δικαίου άλλαξε τον χαρακτήρα του και από παιδοκεντρικό το κατέστησε γονεοκεντρικό. Το τέκνο πλέον δεν λογίζεται ως αυθύπαρκτη προσωπικότητα αλλά παρακολούθημα των γονέων του. Το συμφέρον του τέκνου προσεγγίζεται μέσα από την σχέση των γονέων του με αυτό αλλά ακόμη και των συγγενών των γονέων με το τέκνο. Εκτός από κοινού οι γονείς ασκούν την γονεϊκή μέριμνα και εξ ίσου, είτε κατά τη διάρκεια είτε μετά τη διάσπαση της έγγαμης σχέσης. Και με τον τρόπο αυτό εισάγεται κατεύθυνση προς τον Δικαστή να επιμερίσει εξ ίσου και την επιμέλεια, με λογική συνέπεια την θέσπιση της εναλλασσόμενης κατοικίας. Και στο βάθος, φυσικά, «αχνοφαίνεται» η ανάλογη μείωση της διατροφής. Μείωση, η οποία φυσικά δεν αφορά το σύνηθες δείγμα ή παράδειγμα διαζευγμένων γονέων αλλά μεγαλόσχημους παράγοντες, μέλη της κοινωνικής ή οικονομικής ελίτ, οι οποίο καταβάλλουν υψηλές (και δικαίως) διατροφές.
Στον τομέα της Τ.Α. έχουμε μία κυνική παραβίαση της βούλησης των πολιτών. Ήδη από την επόμενη των εκλογών, με πρόσχημα την κυβερνησιμότητα των ΟΤΑ η κυβέρνηση κατήργησε την εκφρασθείσα λαϊκή βούληση, αφαίρεσε τις αποφασιστικές αρμοδιότητες από τα Δημοτικά ή Περιφερειακά Συμβούλια και τις ανέθεσε στις Οικονομικές Επιτροπές. Στη συνέχεια και σύμφωνα με τις αντιλήψεις της ακύρωσε φυσικά την απλή αναλογική και ψήφισε εκλογικό νόμο, σύμφωνα με τον οποίο ο υποψήφιος, που στον α΄ γύρο ψηφίζεται από το 43% του εκλογικού σώματος, εκλέγεται ενώ εκλέγει το 60% των μελών του Δημοτικού Συμβουλίου. Το Δημαρχοκεντρικό σύστημα βρήκε ξανά το «κέντρο βάρους του».
Όμως η πλέον δραστική και δραματική νομοθετική παρέμβαση της κυβέρνησης καταγράφεται στο πεδίο του Εργατικού Δικαίου, των Εργασιακών Δικαιωμάτων. Ουσιαστικά επανέρχονται εργασιακές συνθήκες του προπερασμένου αιώνα, τις οποίες ως Ευρωπαϊκή Κοινωνία, πιστέψαμε ότι είχαμε ξεπεράσει. Καταργείται το 8ωρο, μονομερώς ο εργοδότης μπορεί να απασχολήσει τον εργαζόμενο 10 ώρες ημερησίως χωρίς να πληρώνει την υπερωρία αλλά συμψηφιστικά να του επιτρέπει να λείψει από την εργασία του το επόμενο χρονικό διάστημα για ανάλογες ώρες. Διασπά δηλ. τον πυρήνα του εργατικού δικαίου, σύμφωνα με τον οποίο ο εργαζόμενος παρέχει εργασία και ο εργοδότης οφείλει ανάλογο μισθό. Πλέον δεν οφείλει μισθό αλλά ρεπό. Δυσκολεύει μέχρι καταργήσεως την κήρυξη απεργίας, ποινικοποιεί την περιφρούρηση της απεργίας, επιβάλει τον τρόπο εκλογής στα συνδικάτα, καταργεί την υποχρέωση επαναπρόσληψης του εργαζόμενου εφόσον αυτός δικαιωθεί στα δικαστήρια.
Η σκληρή, ταξική, μονομερής αντιμετώπιση των κοινωνικών προβλημάτων είναι η απάντηση της κυβέρνησης. Η ιδεολογική στροφή είναι προφανής. Το πολιτικό ερώτημα προκύπτει αβίαστα. Ποια θα είναι η απάντηση της κοινωνίας; Ο ΣΥΡΙΖΑ Π.Σ. σαλπίζει προσκλητήριο των υποτελών τάξεων, θέτει τα ζητήματα που απασχολούν το μεγάλο μέρος της κοινωνίας και τα απαντά με προοδευτική ματιά. Οι επόμενες εκλογές, όποτε και αν διεξαχθούν, θα γίνουν με απλή αναλογική. Οι δυνάμεις της προοδευτικής αντιπολίτευσης έχουν λόγο αλλά και ευθύνη. Να μην επιτρέψουν να ολοκληρωθεί η συντηρητική παλινόρθωση. Να μην ολοκληρωθεί η ηγεμονία των συντηρητικών ιδεών. Να πάρει σάρκα και οστά η προοδευτική διακυβέρνηση, έτσι ώστε να «λάβουν τα όνειρα εκδίκηση».
Ο Θεόφιλος Ξανθόπουλος είναι βουλευτής Δράμας, Τομεάρχης Δικαιοσύνης του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία
https://www.ieidiseis.gr/eidiseis/opinions/98417/theofilos-ksanthopoulos-klinat-epi-de