Θ. Ξανθόπουλος: Λίστα Πέτσα όσο πίσω και να πάμε δεν πρόκειται να βρεθεί
«Στο Κόκκινο Πάτρας» μίλησε ο τομεάρχης Δικαιοσύνης της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ- Προοδευτική Συμμαχία, Θεόφιλος Ξανθόπουλος για την σύσταση εξεταστικής επιτροπής, που ζήτησε ο ΣΥΡΙΖΑ- ΠΣ, για τις «λίστες Πέτσα» και την Opinion Poll, μια συζήτηση στην Βουλή απόντος του πρωθυπουργού, Κ. Μητσοτάκη.
«Έγινε μια απόπειρα της ΝΔ άκομψη, άτσαλη, αντιθεσμική να διερευνηθεί από τώρα η περίοδος, με την οποία θα ασχοληθεί η υπο σύσταση επιτροπή. Αποκλείστηκε, διότι δεν είναι στην διακριτική ευχέρεια της Βουλής, επιχείρησαν να συσκοτιστούν οι ευθύνες, που ενδεχομένως θα προσδιορίσει η επιτροπή, να διευρύνουν το χρονικό διάστημα», βεβαίως όταν συσταθεί η επιτροπή έχει το δικαίωμα να γίνει διερεύνηση και πριν το 2019.«Λίστα Πέτσα όσο πίσω και να πάμε δεν πρόκειται να βρεθεί. Εδώ υπάρχει μια συγκυρία, η πανδημία, η οποία αναδιάταξε τα πάντα. Με αυτή την ευκαιρία λοιπόν η ΝΔ βρήκε τον τρόπο να χρηματοδοτήσει τα μέσα ενημέρωσης, που ωφελήθηκαν από την λίστα Πέτσα, με αποτέλεσμα και να χαθεί δημόσιο χρήμα, αλλά κυρίως να πληγεί η δημοκρατία. Έγινε με επιλεκτικό τρόπο, αποκλείστηκαν μέσα, που δεν ήταν αρεστά στην κυβέρνηση, έδειξε με τον τρόπο αυτό, πως αντιλαμβάνεται την δημόσια κριτική και την δημοκρατία» σημείωσε χαρακτηριστικά. Βεβαίως με την πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ για εξεταστική επιτροπή για την διερεύνηση όλων των προαναφερθέντων υπήρξε συσπείρωση της αντιπολίτευσης, «θέσαμε πρώτα το θέμα στην Επιτροπή των Θεσμών, εκεί είδαμε μια φοβική αντίδραση της ΝΔ, η οποία με διάφορα διαδικαστικά τερτίπια» το απέπεμψε με την αιτιολογία ότι δεν είναι θέμα της εν λόγω επιτροπής, προκαλώντας αλυσιδωτές αντιδράσεις.
«Τα κόμματα της αντιπολίτευσης βλέπουν ότι διαμορφώνεται ένα δυστοπικό τοπίο στην δημόσια σφαίρα, που αποκλείει την αντίθετη φωνή. Αυτό, που γίνεται με τα μέσα, είτε σε τηλεοπτικό επίπεδο, είτε σε επίπεδο εφημερίων, είναι πρωτοφανές για τα μεταπολιτευτικά δεδομένα. Αυτή η πρωτοβουλία του ΣΥΡΙΖΑ συσπείρωσε την αντιπολίτευση, έτσι ώστε η πρωτοβουλία να συγκεντρώσει τον απαραίτητο αριθμό υπογραφών -άνω των 120- και πλέον να μπαίνει στην εθνική αντιπροσωπεία το θέμα της σύστασης επιτροπής».
Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ κατέθεσε τροπολογία για την καθιέρωση στην ελληνική ποινική νομοθεσία του εγκλήματος με σεξιστικά χαρακτηριστικά, δηλαδή την νομική αναγνώριση του όρου «γυναικτονία», η οποία όμως δεν έγινε αποδεκτή από τον υπουργό, αν και φέτος η Ελλάδα μετρά, δυστυχώς, 13 γυναικοκτονίες.«Η δημόσια συζήτηση επεκτάθηκε στο αν πρέπει ένα έγκλημα, που έχει φυλετικά χαρακτηριστικά -γιατί τις γυναίκες δεν τις σκοτώνουν απλώς σε μια έκρηξη θυμού, ζήλειας ή εκνευρισμού- είναι μια λογική, που έρχεται από μια πατριαρχική αντίληψη ότι η γυναίκα είναι «γυναίκα μου» και επομένως θα κάνει τα «θέλω μου», οποιαδήποτε διαφωνία της είναι αιτία τιμωρίας. Αυτή είναι η βάση εκκίνησης» της κατάθεσης της τροπολογίας. Με αφορμή λοιπόν την συζήτηση του Ποινικού Κώδικα την Πέμπτη στην Βουλή κατατέθηκε η εν λόγω τροπολογία προς το Υπουργείο Δικαιοσύνης, «για να μπορέσουμε να προσδιορίσουμε σε επίπεδο ποινής την συμπεριφορά αυτή», όμως η κυβέρνηση της ΝΔ δεν την αποδέχτηκε. «Ισχυριζόμενη ότι θα φέρει ένα συνολικό θεσμικό πλαίσιο για την ενδοοικογενειακή βία, με αποτέλεσμα η νομική μας πρωτοβουλία να πέσει στο κενό. Αντίθετα είχε πολύ σοβαρά κοινωνικό αποτελέσματα σε γυναικείες συλλογικότητες, ανθρώπων του πνεύματος, της τέχνης».
Θ. Ξανθόπουλος: Το δικαστικό σώμα δεν είναι θεραπαινίδα της εκτελεστικής εξουσίας
Αναφορικά με την τροπολογία, που συμπεριλήφθηκε στο νομοσχέδιο του Υπουργείου Δικαιοσύνης, με την οποία εν ενεργεία δικαστικοί θα μπορούν να δουλεύουν στην αντιπροεδρία της κυβέρνησης για την εκτέλεση νομοπαρασκευαστικών έργων και την εκπαίδευση δικαστικών λειτουργών με πλήρης και αποκλειστική απασχόληση για ένα χρόνο, ο κ. Ξανθόπουλος επισήμανε ότι «λόγω της ιδιαίτερης φύσης του δικαστικού λειτουργήματος, οι δικαστές δεν μπορούν να είναι μέλη επιτροπών, δεν μπορούν να ασκούν διοικητικά καθήκοντα, να είναι σαν υπάλληλοι».Μόνο για τον υπουργό Δικαιοσύνης επιτρέπεται να αποσπά δικαστές στο γραφείο του για να συνεπικουρούν στις αποφάσεις, επεξεργασίες νόμων- διαταγμάτων.
«Έρχεται όμως η κυβέρνηση χωρίς να υπάρχει θεσμικό πλαίσιο ή ανάγκη και αποσπά στο γραφείο του αντιπροέδρου της κυβέρνησης, του κ. Πικραμένου, ο οποίος έχει διατελέσει πρωθυπουργός και πρόεδρος του ΣτΕ, αποσπά δικαστές για να τον συνεπικουρήσουν στο έργο του, το οποίο ισχυρίζεται η κυβέρνηση ότι έχει σχέση με την εκπαίδευση των δικαστών στην σχολή των δικαστών», αν και ο κ. Ξανθόπουλος υπενθύμισε τις δηλώσεις, που είχε κάνει ο κ. Πικραμένος, ξεφεύγοντας από το ευρωπαϊκό πλαίσιο λειτουργίας της δικαιοσύνης, όπως για δικαστές ορισμένου χρόνου, οι επιδόσεις τους στην σχολή δικαστών θα πρέπει να τους ακολουθούν δια βίου και σαν κριτήριο για περαιτέρω εξέλιξη και για δικαστικό Καλλικράτη.
«Το να στελεχώνεται το γραφείο του κ. Πικραμένου με δικαστές κατά παράβαση των ισχυόντων μας κάνει να σκεφτόμαστε ότι δημιουργείται άλλη μια υπερδομή δίπλα στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, με επικεφαλής τον κ. Πικραμένο θα προωθήσει μια δική του ατζέντα, που μας βρίσκει αντίθετους», χαρακτηρίζοντας άκομψη την πρωτοβουλία της Κυβέρνησης ΝΔ, αφού το δικαστικό σώμα «δεν είναι θεραπαινίδα της εκτελεστικής εξουσίας, ούτε χρησιμοποιούμε τους δικαστές για να προωθήσουμε και να επιβάλλουμε την ατζέντα μας. Οι δικαστές είναι επιφορτισμένοι να απονέμουν δικαιοσύνη στο όνομα του ελληνικού λαού και κάθε άλλη δραστηριότητα ξένοι προς αυτή τους την ιδιότητα δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή» κατέληξε για το συγκεκριμένο ζήτημα ο τομεάρχης Δικαιοσύνης της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ- Προοδευτική Συμμαχία.